Η ευφυΐα ως επιθυμία και η αναστολή της
Ετυμολογικά η λέξη «intelligence» (ευφυΐα) προέρχεται από το λατινικό legere, το «διαλέγω». Το ρήμα «interlegere» έτσι έχει την έννοια του «διαλέγω, κρατάω, απορρίπτω, «διαβάζω μέσα από τις γραμμές». Το υποσυνείδητο δηλαδή συμμετέχει ενεργά στις γνωσιακές λειτουργίες και το να είναι κανείς ευφυής σημαίνει να ξέρει να διαβάζει μέσα από τις γραμμές, να κατανοεί τι λέγεται πέραν των λέξεων. Για να μπορέσει το υποκείμενο να γίνει ένα επιθυμούν υποκείμενο πρέπει να βγει από το κουκούλι του και ν’ ανακαλύψει την δική του επιθυμία. Όμως συχνά οι γονείς κάνουν τα πάντα για να ικανοποιήσει το παιδί τη δική τους προσταγή να επιθυμεί να μάθει. Έτσι αυτό βρίσκεται αιχμαλωτισμένο μέσα στο δίχτυ των αιτημάτων τους, αδυνατεί να υποστηρίξει την δική του επιθυμία για γνώση και μπορεί να φτάσει μέχρι να την αναστείλει. Άλλες φορές μπορεί να υπάρχει μια ασυνείδητη σύγκρουση ανάμεσα στις διαφορετικές ταυτίσεις του υποκειμένου, ανάμεσα στο Υπερεγώ του, με τις προσταγές και τις απαγορεύσεις που κληρονομεί απ’ τους γονείς, και το ιδεώδες του Εγώ, που πηγάζει σε μεγάλο βαθμό από τα κοινωνικά μοντέλα.
«Αναστέλλω» σημαίνει «σταματώ μια κίνηση, μια λειτουργία». Στην προκειμένη περίπτωση πρόκειται για μια ασυνείδητη διακοπή της κίνησης της σκέψης. Στην πνευματική αναστολή υπάρχει σταμάτημα της σκέψης, σταμάτημα της πραγματοποίησης συνειρμών και εκμηδένιση των γνωστικών μηχανισμών. Όλοι μας έχουμε αισθανθεί αυτή την δυσκολία σε κάποια σε κάποια στιγμή της ζωής μας : είναι η μαύρη τρύπα όταν πρέπει ν’ απαντήσουμε σε μια ενοχλητική κατάσταση, είναι μια στιγμή «αποβλάκωσης» που συνοδεύει ένα τραυματικό γεγονός. Πολλοί θα θυμούνται αυτό τον πανικό την ώρα των εξετάσεων, το απόλυτο κενό μπροστά σε μια κόλα χαρτί ή τον εξεταστή. Είναι το αποτέλεσμα μιας ψυχικής σύγκρουσης με τις απωθημένες ενορμήσεις ή μ’ ένα αυστηρό Υπερεγώ, που εσωτερικεύεται ως : «Δεν πρέπει να ξέρεις αυτό που δεν αγνοείς». Αυτός ο τύπος απαγόρευσης της γνώσης συναντάται συχνά και αφορά συνήθως απαγορευμένα μυστικά μέσα στην ιστορία της οικογένειας. Έτσι το υποκείμενο υιοθετεί μια στάση αναδίπλωσης και άγνοιας : να μην σκέπτεται για να ξεφύγει αυτό το άγχος που προκαλούν αυτά που διαισθάνεται ή ξέρει.
Γράφει ο Παιδοψυχίατρος Χάρης Καραμπέτσος